φωτογραφία: Μανώλης Τσάφος
Φύγε!
Απ’ το παντού μου φύγε!!!
Από το μυαλό, την καρδιά την κατακόκκινη φύγε!!!
Από τις λέξεις μου φύγε!!!
Παραλήρημα ολάκερο το πακετάκι.
Το άνοιξα πριν καιρό και είδα μέσα του.
Είδα πως πουθενά δεν βγάζει.
Ένα πακέτο τσιγάρα μόνο αφημένο πάνω στο τραπέζι να μου θυμίζει ότι ήσουν κάποτε εδώ.
Φύγε!!!
Ψευδαίσθηση ο έρωτας ο ακατονόμαστος με τις χίλιες λακούβες γεμάτες με αλκοόλ.
Έλα ξεμέθυστος να μου τα πεις.
Αλλιώς...φύγε!!!
Δεν ελέγχεται. Δεν ορίζεται. Δεν μπαίνει σε λόγια. Δεν ονομάζεται.
ΔΕΝ…
Φύγε!!!
Χθες ήταν αλλιώς…
Σήμερα είναι αλλιώς..
Αύριο θα είναι αλλιώς…
Μια λακκούβα σ’ ένα ποτήρι.
Ένα ψεύτικο σύννεφο πυρκαγιάς.
Ψυχαναγκαστική προσγείωση στην απουσία.
Τα φτερά μου μπήκανε στο πλύσιμο.
Και ένα αεράκι να μου θυμίζει πως κάπου κοντά βρίσκεσαι.
Σε μυρίζω.
Σε πίνω.
Σε μισώ.
Σ’ αγαπώ.
Δεν φεύγεις με τίποτα.
Φεύγω εγώ…
Στο τίποτα…
Στο πάντα.
Πόσο τίποτα φαντάζει το πάντα χωρίς εσένα στη σκέψη μου.
Κενό.
Αναγκαστική αρχή μιας συνέχειας που την φοβάμαι.
Μα το εγώ μου δεν με αφήνει να σε πάρω στα σοβαρά.
Πάλι μαλακία έκανες, μου λέει.
Για να δικαιολογηθεί.
Για να ξενερώσει.
Για να συνεχίσει.
Ίσως, σε μια άλλη ζωή. Όλα να ήταν αλλιώτικα.
Το αλλιώτικο μακριά σου δεν συμπεριλαμβάνει την αλήθεια.
Μα η αλήθεια μου δίπλα σου ανοίγει τα φτερά.
Μόνο δίπλα σου.
Και συ…
Ακόμα ψάχνεις κάπου να πιστέψεις.
Είμαι λιώμα, το παραδέχομαι.
Μα… και ξενέρωτη σ’ αγαπώ ακόμα περισσότερο από τώρα.
Τώρα σε μισώ.
Τώρα σε πίνω.
Τώρα…τώρα κατάφερες να μου αποσπάσεις ένα δάκρυ που μέρες βασανίζει τα τσίνορα.
Φύγε!!!
Πέσε κάτω παλιοδάκρυ!
Κι όταν θα φτάσεις στο μάγουλο, κι ύστερα πλάι στο στόμα, μια χαψιά θα σε κάνω, θα ξέρω πως ίδιο κι απαράλλακτο με τη γεύση της θάλασσας θα’ σαι.
Με πνίγεις.
Με πνίγεις.
Με πνίγεις.
Η αγαπημένη Κική λέει… "Και είσαι ένα μπουκάλι κόκκινο κρασί στο πάνω πάνω ράφι που δεν φτάνω… "
Το έφτασα. Με κόπο. Το γεύτηκα. Μέθυσα. Εύκολα. Ο φελλός, ακόμα εδώ. Κι οι εικόνες στον πάτο.
Το έφτασα μια μέρα που η ομορφιά γιόρταζε και φόραγε τα καλά της.
Επιπλέω… Σώνομαι. Σημαδούρα η πίστη πως… δεν μπορεί… κάπου, κάπως, κάποτε,
μέσα σ’ ένα όνειρο θα σε αγγίξω. Θα σε φιλήσω. Θα σε κρατήσω σφιχτά στην αγκαλιά μου. Κα θα είσαι εκεί. Μόνον εκεί.
Θα είσαι εδώ. Δίπλα μου, μέσα μου, παντού μου.
Πρέπει να σ’ εμπιστεύονται αυτοί που εξαπατάς.
Να εθίζονται μαζί σου.
Για να μπορείς ακόμα και αν φεύγεις μακριά τους, να ξυπνάς και να κοιμάσαι με τη βεβαιότητα ότι μες την καρδιά τους και το μυαλό τους, σου παρέχουν ενοικιαζόμενα δωμάτια, για να μπορείς να επιστρέφεις.
Κι αντί για νοίκι, τους πληρώνεις με χρόνο.
Μέσα στην καρδιά μου έχω ένα δωμάτιο για σένα.
Είναι το μόνο που απέμεινε.
Τη βρίσκω να μ’ εξαπατάς, να με κατοικείς.
Τη βρίσκω να επιστρέφεις…
Φύγε!!!
Όχι!!!
Φύγε!!!
Όχι, μη φεύγεις!!!!
Θα φύγω εγώ…
Για λίγο…
Αντέχω να σε αντέχω.
Έτσι όπως είσαι. Έτσι σ’ αγαπώ. Έτσι σε μισώ. Έτσι…